Δυσοίωνες εκτιμήσεις του διευθυντή της CIA Μάικλ Χέιντεν σχετικά με τον υπερπληθυσμό και το μεταναστευτικό πρόβλημα
Copyright: www.kathimerini.gr (4 Μαΐου 2008)
Εναν περίπλοκο νέο κόσμο περιέγραψε σε ομιλία του για τις προκλήσεις του 21ου αιώνα ο διευθυντής της Αμερικανικής Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (CIA), Μάικλ Χέιντεν. Το δίπολο μεταξύ Σοβιετικής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών αντικαθίσταται πλέον από μια πολυπολική παγκόσμια τάξη με τρεις βασικές συνιστώσες: την Αμερική, την Ευρώπη και την Ασία. Ο 63χρονος πτέραρχος τόνισε ότι η χώρα του θα πρέπει να προσαρμοστεί άμεσα στη νέα αυτή πραγματικότητα, προκειμένου να διατηρήσει την ηγεμονική θέση που κατέκτησε τις περασμένες δεκαετίες.
Η διάλεξη του Χέιντεν, η οποία έλαβε χώρα στο Πανεπιστήμιο του Κάνσας, ξεκίνησε με μια δυσοίωνη εκτίμηση όσον αφορά την εξέλιξη του δημογραφικού ζητήματος. Σύμφωνα με τις πλέον μετριοπαθείς προβλέψεις, ο πληθυσμός του πλανήτη θα αυξηθεί από 6,7 δισεκατομμύρια ανθρώπους σήμερα, σε 9 δισεκατομμύρια το 2050. Ωστόσο, το πρόβλημα δεν έγκειται στους απόλυτους αριθμούς του πληθυσμού, αλλά στην κατανομή του. Οι χώρες που θα δεχθούν τις μεγαλύτερες πιέσεις είναι εκείνες ακριβώς που δεν είναι σε θέση να τις αντιμετωπίσουν. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα του Αφγανιστάν, της Λιβερίας, της Αιθιοπίας, του Κονγκό και της Υεμένης, των οποίων ο πληθυσμός θα υπερδιπλασιαστεί κατά τη διάρκεια των αμέσως προσεχών δεκαετιών. Υπό τις παρούσες συνθήκες, τα προαναφερθέντα κράτη δεν φαίνονται ικανά να ενσωματώσουν τους νεαρούς στην πλειοψηφία πολίτες που θα κατακλύσουν τις μεγαλουπόλεις τους.
Κορεσμένος πλανήτης
Πιθανότερο αποτέλεσμα της εν λόγω αδυναμίας, κατά τον Χέιντεν, θα είναι η στροφή των νέων προς τον φανατισμό και τη μισαλλοδοξία, ώστε να εκτονωθεί η οργή και η απελπισία που θα νιώσουν για την οικονομική τους δυσπραγία. Υπ’ αυτήν την έννοια, η έλλειψη τροφής, εργασίας, στέγης και εκπαίδευσης για τις επόμενες γενιές του κορεσμένου πλανήτη μας θα καταστήσει τον αναπτυσσόμενο κόσμο φυτώριο της διεθνούς τρομοκρατίας.
Πέραν αυτού όμως, μεγάλο μέρος του πλεονάζοντος πληθυσμού θα αναζητήσει καταφύγιο στον ανεπτυγμένο Βορρά και ιδιαίτερα στην Ευρώπη και την Αμερική. Δεδομένου μάλιστα ότι πολλά πλούσια κράτη αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπογεννητικότητας, τα μεταναστευτικά κύματα που διαβλέπει ο επικεφαλής της αμερικανικής αντικατασκοπείας αναμένεται να μεταβάλουν σημαντικά την εθνο-θρησκευτική σύνθεση των δυτικών κοινωνιών. Στην Ευρώπη, τα ποσοστά των μουσουλμάνων, που σήμερα δεν ξεπερνούν το 3% του συνολικού πληθυσμού, θα πολλαπλασιαστούν. Στη Ρωσία, όπου ο ντόπιος πληθυσμός φθίνει και γηράσκει με ταχύτατους ρυθμούς, η μετανάστευση θα πυροδοτήσει πολιτικές συγκρούσεις με απρόβλεπτες συνέπειες.
Ο Χέιντεν δεν διασαφήνισε ποια θα πρέπει να είναι η στάση των ΗΠΑ απέναντι στην «απειλή» του υπερπληθυσμού. Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι οι ευρωπαϊκές τακτικές αφομοίωσης και ενσωμάτωσης δεν υπήρξαν μέχρι στιγμής αρκούντως αποτελεσματικές. Το μεταναστευτικό πρόβλημα δεν είναι όμως το μοναδικό όπου εντοπίζονται διαφορές μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής. Μείζονες αποκλίσεις διαπιστώνονται και στο θέμα της τρομοκρατίας. Από τη μία πλευρά, η Ουάσιγκτον θεωρεί ότι βρίσκεται «σε εμπόλεμη» κατάσταση και εμφανίζεται αποφασισμένη να καταδιώξει τους όπου γης τρομοκράτες στα κρησφύγετά τους, αλλά και να συγκρουστεί με τα κράτη–παρίες που τους περιθάλπουν. Αντιθέτως, η Γηραιά Ήπειρος αντιμετωπίζει την τρομοκρατία ως «ζήτημα αστυνόμευσης», ενώ επιδεικνύει την απαραίτητη πολιτική βούληση να την αντιμετωπίσει μόνον όταν απειλείται η ίδια.
Χάσμα πολιτισμών
Γενικώς, το χάσμα που χωρίζει τις δύο όχθες του Ατλαντικού Ωκεανού τείνει να διευρυνθεί, δήλωσε ο Χέιντεν. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης δοκιμάζει τις αντοχές της Δυτικής Συμμαχίας, αφού «ελλείψει μιας κοινής απειλής που να μας ενώνει, οι διαφορές μας σε μια σειρά από θέματα αναδεικνύονται και υπερτονίζονται». Ο Αμερικανός αξιωματούχος έφτασε στο σημείο να διατυπώσει τις αμφιβολίες του για το κατά πόσον η Ευρώπη και οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο τη διεθνή πραγματικότητα και τον 21ο αιώνα και εξέφρασε την πεποίθηση πως οι παραδοσιακά στενές σχέσεις μεταξύ τους θα «περιπλεχθούν».
Ο νέος αιώνας θα ανήκει στην Ασία
Το κέντρο βάρους της διεθνούς πολιτικής και στρατιωτικής ισχύος δεν θα παραμείνει για πολύ καιρό ακόμη στους διαδρόμους των αρχηγείων του ΝΑΤΟ, στις Βρυξέλλες. Όπως και πολλοί συνάδελφοί του πριν από αυτόν, ο πτέραρχος Χέιντεν θεωρεί ότι ο νέος αιώνας θα αποδειχθεί η εποχή της Ασίας. Αγνοώντας πλήρως την πλέον ανεπτυγμένη οικονομία της ηπείρου, την Ιαπωνία, ο Χέιντεν επικεντρώθηκε στην αλματώδη ανάπτυξη της Ινδίας και της Κίνας. Πιθανότερος νικητής του αναπόφευκτου ανταγωνισμού που έχει δημιουργηθεί μεταξύ τους είναι η Κίνα. Ο τεράστιος πληθυσμός της αχανούς αυτής χώρας, το μέγεθος της οικονομίας της, αλλά και ο συνεχής εκσυγχρονισμός των ενόπλων δυνάμεών της, οδηγούν μετά βεβαιότητος στο συμπέρασμα ότι το Πεκίνο θα αποτελέσει τον τρίτο πόλο τού υπό διαμόρφωση διεθνούς συστήματος ισορροπιών.
Ο Χέιντεν απέφυγε πάντως να κρούσει «τον κώδωνα του κινδύνου» στους ακροατές του. Παραδέχθηκε μεν ότι η Κίνα εξελίσσεται σε βασικό ανταγωνιστή των ΗΠΑ στο παγκόσμιο στερέωμα, αλλά δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο οι σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών να παραμείνουν σε γενικές γραμμές φιλικές. Αλλωστε, η «γεωπολιτική δεν είναι ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος», τόνισε ο διευθυντής της CIA, αλλά μια σκηνή όπου μέσα στο κλίμα ανταγωνισμού αναδεικνύονται και ευκαιρίες συνεργασίας. Απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτό βεβαίως είναι Ουάσιγκτον και Πεκίνο να συμφωνήσουν σε ένα κοινώς αποδεκτό πλαίσιο αρχών που θα διέπουν τις διεθνείς σχέσεις. «Η Κίνα είναι μια μεγάλη δύναμη και θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν», είπε ο Χέιντεν, υπονοώντας ότι η ασιατική χώρα οφείλει να πάψει να υποστηρίζει κυβερνήσεις που δεν συμμορφώνονται με τις αρχές του κράτους δικαίου και δεν σέβονται τους κανόνες καλής γειτονίας. «Η Κίνα», πρόσθεσε ο Χέιντεν, «θα πρέπει να αρχίσει να ενδιαφέρεται για τη σταθερότητα του διεθνούς συστήματος και να μην περιορίζει τις πολιτικές της βλέψεις στα στενά όρια των περιφερειακών της συμφερόντων, όπως η πρόσβαση σε νέες αγορές και πηγές πρώτων υλών».
Τέλος, ο Χέιντεν έκλεισε την ομιλία του αναφερόμενος στον ρόλο των μυστικών υπηρεσιών στον 21ο αιώνα και εξήρε το έργο της CIA. Τόνισε ότι η υπηρεσία του δεν έχει πολιτικά κίνητρα και αποκλειστικό της μέλημα είναι η παροχή όσο το δυνατόν πιο ασφαλών πληροφοριών σχετικά με τις απειλές που αντιμετωπίζει η Αμερική. Απέφυγε πάντως να αναφερθεί στις επικρίσεις που έχει δεχθεί στο πρόσφατο παρελθόν για τις μεθόδους του και ιδιαίτερα για την παρακολούθηση των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων ακόμη και Αμερικανών πολιτών. Ο ίδιος είχε άλλωστε δηλώσει ήδη από το 2006 ότι ο ρόλος του πολλές φορές προσκρούει στην 4η προσθήκη του αμερικανικού συντάγματος, που εγγυάται την προστασία των πολιτών από την παράνομη παρακολούθηση και κράτηση.